Διευκολύνω στα δανικά
Μετάφραση: διευκολύνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lette, fremme, lettere, gøre det lettere, letter
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευκολύνω
διευκολύνω κλιση, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω translate, διευκολύνω συνώνυμο, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω λεξικό γλώσσας δανικά, διευκολύνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- διευθυντικός στα δανικά - ledelsesmæssige, ledende, ledelsesmæssig, ledelses-, le-
- διευθύνω στα δανικά - Wend, Vender, Venden
- διευκρινίζω στα δανικά - klarlægge, afklare, præcisere, tydeliggøre
- διευρύνω στα δανικά - defekter, smig
Τυχαίες λέξεις
Διευκολύνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lette, fremme, lettere, gøre det lettere, letter
Μεταφράσεις: lette, fremme, lettere, gøre det lettere, letter