Διευκολύνω στα ισπανικά
Μετάφραση: διευκολύνω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
posibilitar, facilitar, facilitar la, facilitar el, de facilitar, facilitará
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευκολύνω
διευκολύνω κλιση, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω translate, διευκολύνω συνώνυμο, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω λεξικό γλώσσας ισπανικά, διευκολύνω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- διευθυντικός στα ισπανικά - directivo, gerencial, gestión, de gestión, empresarial
- διευθύνω στα ισπανικά - dirigir, administrar, guiar, wend, de WEND, la WEND, VENDO
- διευκρινίζω στα ισπανικά - aclarar, ilustrar, dilucidar, elucidar, clarificar, esclarecer, precisar, ...
- διευρύνω στα ισπανικά - extender, espaciar, desarrollar, ensanchar, splay, chaflán, ensanchamiento, ...
Τυχαίες λέξεις
Διευκολύνω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: posibilitar, facilitar, facilitar la, facilitar el, de facilitar, facilitará
Μεταφράσεις: posibilitar, facilitar, facilitar la, facilitar el, de facilitar, facilitará