Διευκολύνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: διευκολύνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
auðvelda, greiða, að auðvelda, greiða fyrir, stuðla
Διευκολύνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διευκολύνω

διευκολύνω κλιση, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω translate, διευκολύνω συνώνυμο, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διευκολύνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διευθυντικός στα ισλανδικά - stjórnunarstörfum, stjórnunar, stjórnenda, stjórnunarstörf, stjórnunar-
  • διευθύνω στα ισλανδικά - haga, takast, wend
  • διευκρινίζω στα ισλανδικά - skýra, að skýra, útskýra, gera grein, skýrt
  • διευρύνω στα ισλανδικά - splay
Τυχαίες λέξεις
Διευκολύνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: auðvelda, greiða, að auðvelda, greiða fyrir, stuðla