Διευκολύνω στα σουηδικά

Μετάφραση: διευκολύνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
underlätta, lätta, att underlätta, underlättar, lättare
Διευκολύνω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διευκολύνω

διευκολύνω κλιση, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω translate, διευκολύνω συνώνυμο, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διευκολύνω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διευθυντικός στα σουηδικά - chefs, ledande, lednings, ledning, förvaltnings
  • διευθύνω στα σουηδικά - förestå, manövrera, hantera, förvalta, handha, Wend
  • διευκρινίζω στα σουηδικά - illustrera, klargöra, förtydliga, klarlägga, tydliggöra, tydlig
  • διευρύνω στα σουηδικά - utvidga, vidga, splay, sar, utbuktningar
Τυχαίες λέξεις
Διευκολύνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: underlätta, lätta, att underlätta, underlättar, lättare