Εγκαταλείπω στα δανικά
Μετάφραση: εγκαταλείπω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ørken, ørkenen, desert, øde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκαταλείπω
εγκαταλείπω αγγλικα, εγκαταλείπω την ποίηση, εγκαταλείπω wikipedia, εγκαταλείπω παθητική μετοχή, εγκαταλείπω στα αγγλικα, εγκαταλείπω λεξικό γλώσσας δανικά, εγκαταλείπω στα δανικά
Μεταφράσεις
- εγκατάλειψη στα δανικά - opgivelse, nedlæggelse, opgives, henkastning, ophør
- εγκατάσταση στα δανικά - installation, installationen, anlæg, montering, anlægget
- εγκαταλειμμένος στα δανικά - opgivet, forladte, forladt, opgives, opgav
- εγκεφαλικό στα δανικά - stryge, slag, slagtilfælde, streg, takts, apopleksi
Τυχαίες λέξεις
Εγκαταλείπω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ørken, ørkenen, desert, øde
Μεταφράσεις: ørken, ørkenen, desert, øde