Εγκαταλείπω στα ουκρανικά

Μετάφραση: εγκαταλείπω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лишити, облишити, кинути, покидати, залишити, пустеля, пустиня, цукру
Εγκαταλείπω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκαταλείπω

εγκαταλείπω αγγλικα, εγκαταλείπω την ποίηση, εγκαταλείπω wikipedia, εγκαταλείπω παθητική μετοχή, εγκαταλείπω στα αγγλικα, εγκαταλείπω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εγκαταλείπω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • εγκατάλειψη στα ουκρανικά - занедбаність, полишення, абандон, дитини, дитину, відмова, відмову, ...
  • εγκατάσταση στα ουκρανικά - установка, встановлення, установлення
  • εγκαταλειμμένος στα ουκρανικά - занедбаний, покинутий, закинутий, недобудований, покинуте
  • εγκεφαλικό στα ουκρανικά - биття, удар, хід, перебіг, процес, хода
Τυχαίες λέξεις
Εγκαταλείπω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лишити, облишити, кинути, покидати, залишити, пустеля, пустиня, цукру