Εκκενώνω στα δανικά

Μετάφραση: εκκενώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nedbryder, udtømme, tømme, opbruge, depletere
Εκκενώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκενώνω

εκκενώνω λεξικό γλώσσας δανικά, εκκενώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εκκαθαριστής στα δανικά - likvidator, kurator, likvidatoren, kuratoren
  • εκκεντρικός στα δανικά - mærkelig, cranky, sur, sær
  • εκκλησία στα δανικά - kirke, Church, kirken, kirkens
  • εκκλησίασμα στα δανικά - menighed, menigheden, forsamlingen, forsamling, menighedens
Τυχαίες λέξεις
Εκκενώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nedbryder, udtømme, tømme, opbruge, depletere