Εξαγωγή στα δανικά

Μετάφραση: εξαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
eksport, eksportere, udførsel, eksporten, eksportprisen
Εξαγωγή στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαγωγή

εξαγωγή φρονιμίτη κόστος, εξαγωγή επαφών από gmail, εξαγωγή φρονιμίτη καπνισμα, εξαγωγή δόντια, εξαγωγή λαδιού, εξαγωγή λεξικό γλώσσας δανικά, εξαγωγή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εξαγοράζω στα δανικά - indløse, forløse, indløser, indfri, at indløse
  • εξαγριώνω στα δανικά - hidse op, hidse, ophidse, enrage, raseri i
  • εξαιρετικά στα δανικά - yderst, ekstremt, meget, særdeles, ekstrem
  • εξαιρετικός στα δανικά - ekstraordinære, usædvanlige, usædvanlig, exceptionel, ekstraordinær
Τυχαίες λέξεις
Εξαγωγή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: eksport, eksportere, udførsel, eksporten, eksportprisen