Επίτιμος στα δανικά
Μετάφραση: επίτιμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
honorære, honorær, adjungeret, andre honorære, ærestitel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίτιμος
επίτιμοσ γενικόσ πρόξενοσ, επίτιμος δημότης σπαρτιατών, επίτιμος καθηγητής, επίτιμος σημασία, επίτιμοσ δικηγόροσ, επίτιμος λεξικό γλώσσας δανικά, επίτιμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- επίτευξη στα δανικά - virkeliggørelsen, nå, opfyldelsen, opnåelse, opnåelsen
- επίτηδες στα δανικά - forsætligt, bevidst, med vilje, overlæg, bevidst at
- επίφοβος στα δανικά - frygtelige, forfærdelige, forfærdeligt, forfærdelig, frygtelig
- επαίσχυντος στα δανικά - skammelige, skammeligt, skammelig, beskæmmende, skamfulde
Τυχαίες λέξεις
Επίτιμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: honorære, honorær, adjungeret, andre honorære, ærestitel
Μεταφράσεις: honorære, honorær, adjungeret, andre honorære, ærestitel