Επίτιμος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: επίτιμος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
honorário, honorária, honra, honorífico, de honra
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίτιμος
επίτιμοσ γενικόσ πρόξενοσ, επίτιμος δημότης σπαρτιατών, επίτιμος καθηγητής, επίτιμος σημασία, επίτιμοσ δικηγόροσ, επίτιμος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίτιμος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- επίτευξη στα πορτογαλικά - realização, consecução, obtenção, atingir, alcançar
- επίτηδες στα πορτογαλικά - deli, deliberadamente, deliberada, intencionalmente
- επίφοβος στα πορτογαλικά - terrível, horrível, terríveis, pavoroso, temível
- επαίσχυντος στα πορτογαλικά - vergonhoso, vergonhosa, vergonha, vergonhosas, vergonhosos
Τυχαίες λέξεις
Επίτιμος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: honorário, honorária, honra, honorífico, de honra
Μεταφράσεις: honorário, honorária, honra, honorífico, de honra