Επιστρατεύω στα δανικά
Μετάφραση: επιστρατεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
værnepligtig, værnepligtige, værnepligt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιστρατεύω
επιστρατεύω μετάφραση, επιστρατεύω αγγλικά, επιστρατεύω συνώνυμα, επιστρατεύω λεξικό, επιστρατεύω ορισμός, επιστρατεύω λεξικό γλώσσας δανικά, επιστρατεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- επιστημονικός στα δανικά - videnskabelig, videnskabelige, videnskabeligt, den videnskabelige
- επιστρέφω στα δανικά - indkomst, tilbagevenden, afkast, gengæld, tilbagesendelse, afkastet
- επιστροφή στα δανικά - indkomst, tilbagelevering, tilbagegivelse, tilbagebetaling, restitution, erstatning
- επιστόμιο στα δανικά - mundstykke, mundstykket, talerør
Τυχαίες λέξεις
Επιστρατεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: værnepligtig, værnepligtige, værnepligt
Μεταφράσεις: værnepligtig, værnepligtige, værnepligt