Επιστρατεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: επιστρατεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šauktinis, viešųjų darbų šauktinis, Pakvietė į karinę tarnybą, Ragina į karinę tarnybą, mobilizuoti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιστρατεύω
επιστρατεύω μετάφραση, επιστρατεύω αγγλικά, επιστρατεύω συνώνυμα, επιστρατεύω λεξικό, επιστρατεύω ορισμός, επιστρατεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επιστρατεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιστημονικός στα λιθουανικά - mokslinis, mokslo, mokslinių, mokslinė, mokslinės
- επιστρέφω στα λιθουανικά - grįžti, grąža, grąžinimas, grąžinti, sugrįžimas
- επιστροφή στα λιθουανικά - restitucija, grąžinimas, atkūrimas, restituciją, restitucijos
- επιστόμιο στα λιθουανικά - kandiklis, kandiklį, kandiklio, ruporas, kalbėtojas
Τυχαίες λέξεις
Επιστρατεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šauktinis, viešųjų darbų šauktinis, Pakvietė į karinę tarnybą, Ragina į karinę tarnybą, mobilizuoti
Μεταφράσεις: šauktinis, viešųjų darbų šauktinis, Pakvietė į karinę tarnybą, Ragina į karinę tarnybą, mobilizuoti