Επιστρατεύω στα φινλανδικά
Μετάφραση: επιστρατεύω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
asetella, asettaa, airut, järjestää, varusmies, asevelvollinen, varusmiehen, varusmiesten, asevelvollisen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιστρατεύω
επιστρατεύω μετάφραση, επιστρατεύω αγγλικά, επιστρατεύω συνώνυμα, επιστρατεύω λεξικό, επιστρατεύω ορισμός, επιστρατεύω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, επιστρατεύω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- επιστημονικός στα φινλανδικά - tieteellinen, tieteellisen, tieteellistä, tieteellisten, tieteellisiä
- επιστρέφω στα φινλανδικά - palata, korko, paluu, voitto, palauttaa, palaaminen, tuotto, ...
- επιστροφή στα φινλανδικά - voitto, palata, korko, paluu, palauttaa, elvytys, herätyskokous, ...
- επιστόμιο στα φινλανδικά - äänitorvi, suukappale, suukappaleen, suukappaleeseen, mouthpiece
Τυχαίες λέξεις
Επιστρατεύω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: asetella, asettaa, airut, järjestää, varusmies, asevelvollinen, varusmiehen, varusmiesten, asevelvollisen
Μεταφράσεις: asetella, asettaa, airut, järjestää, varusmies, asevelvollinen, varusmiehen, varusmiesten, asevelvollisen