Εργοδηγός στα δανικά
Μετάφραση: εργοδηγός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
boss, chef, formand, gaffer, gaffa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργοδηγός
εργοδηγός δομικών έργων, εργοδηγός μηχανικός εγκαταστάσεων, εργοδηγός english, εργοδηγός μηχανολόγος, ζητείται εργοδηγός, εργοδηγός λεξικό γλώσσας δανικά, εργοδηγός στα δανικά
Μεταφράσεις
- εργαστήριο στα δανικά - laboratorium, laboratoriet, laboratorier, laboratorie
- εργατικός στα δανικά - flittig, stærk, flittige, arbejdsomme, arbejdsom
- εργοδότης στα δανικά - arbejdsgiver, arbejdsgiveren, arbejdsgiverens, arbejdsgivers
- εργολάβος στα δανικά - kontrahent, entreprenør, kontrahenten, entreprenøren, entreprenørens
Τυχαίες λέξεις
Εργοδηγός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: boss, chef, formand, gaffer, gaffa
Μεταφράσεις: boss, chef, formand, gaffer, gaffa