Ευάερος στα δανικά
Μετάφραση: ευάερος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
luftige, luftig, luftigt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευάερος
ευάερος λεξικό γλώσσας δανικά, ευάερος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ετυμηγορία στα δανικά - dom, dommen, Bedømmelse, kendelse
- ετυμολογία στα δανικά - etymologi, etymologien, etymology, etymologisk
- ευάλωτος στα δανικά - sårbar, sårbare, sårbare over, udsatte, sårbart
- ευάρεστος στα δανικά - behagelig, behagelige, behageligt, indforstået, sympatisk
Τυχαίες λέξεις
Ευάερος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: luftige, luftig, luftigt
Μεταφράσεις: luftige, luftig, luftigt