Ευώδης στα δανικά

Μετάφραση: ευώδης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
duftende, velduftende, duft, vellugtende
Ευώδης στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευώδης

ευώδης λεξικό γλώσσας δανικά, ευώδης στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ευωδιά στα δανικά - duft, parfume, duften, fragrance
  • ευωχούμαι στα δανικά - banket, svire, carouse, musikanterne
  • εφάμιλλος στα δανικά - svarende til, lig med, lig, svarer til, er lig med
  • εφάπαξ στα δανικά - engang, engangsbeløb, fast beløb, faste beløb
Τυχαίες λέξεις
Ευώδης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: duftende, velduftende, duft, vellugtende