Ηθικός στα δανικά

Μετάφραση: ηθικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
retfærdig, moralsk, moralske, moral
Ηθικός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηθικός

ηθικός σχετικισμός, ηθικός κίνδυνος, ηθικός τρίπους, ηθικός πανικός, ηθικός κίνδυνος στην υγεία, ηθικός λεξικό γλώσσας δανικά, ηθικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ηθική στα δανικά - etik, etiske, etisk, etikken, etiske regler
  • ηθικολόγος στα δανικά - retfærdig, moralist, moralisten, moraliserende, moralistiske
  • ηλίθιος στα δανικά - idiot, fjols, idioten
  • ηλεκτρίζω στα δανικά - elektrificere, electrify, sætte strøm, elektrificeringen, elektrificerer
Τυχαίες λέξεις
Ηθικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: retfærdig, moralsk, moralske, moral