Ισχύων στα δανικά

Μετάφραση: ισχύων, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
gyldig, strøm, nuværende, aktuelle, gældende, løbende
Ισχύων στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ισχύων

ισχύων κώδικας φορολογίας εισοδήματος, παθήσεις ισχύων, ισχύων γοκ, ισχύων συνώνυμα, ισχύων κοκ, ισχύων λεξικό γλώσσας δανικά, ισχύων στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ισχυρός στα δανικά - stiv, kraftfuld, magtfulde, kraftfulde, kraftig, stærk
  • ισχύς στα δανικά - magt, power, strøm, effekt, kraft
  • ισόβιος στα δανικά - levetid, liv, livelong, udslagne
  • ισότητα στα δανικά - lighed, ligestilling, mellem kønnene, lige, kønnene
Τυχαίες λέξεις
Ισχύων στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: gyldig, strøm, nuværende, aktuelle, gældende, løbende