Ισχύων στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ισχύων, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vão, valioso, atual, corrente, actual, atuais, de corrente
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ισχύων
ισχύων κώδικας φορολογίας εισοδήματος, παθήσεις ισχύων, ισχύων γοκ, ισχύων συνώνυμα, ισχύων κοκ, ισχύων λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ισχύων στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ισχυρός στα πορτογαλικά - potente, rígido, defunto, morto, duro, pegajoso, hirto, ...
- ισχύς στα πορτογαλικά - poder, potência, energia, de energia, de alimentação
- ισόβιος στα πορτογαλικά - tenente, vida, biografia, viver, livelong, do livelong
- ισότητα στα πορτογαλικά - igualdade, a igualdade, igualdade de, da igualdade, igualdade entre
Τυχαίες λέξεις
Ισχύων στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vão, valioso, atual, corrente, actual, atuais, de corrente
Μεταφράσεις: vão, valioso, atual, corrente, actual, atuais, de corrente