Καταποντίζω στα δανικά

Μετάφραση: καταποντίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vask, håndvask, sink, vasken, sinken
Καταποντίζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταποντίζω

καταποντίζω συνώνυμα, καταποντίζω λεξικό γλώσσας δανικά, καταποντίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καταπνίγω στα δανικά - kork, Cork, proppen, prop, korkprop
  • καταπολεμώ στα δανικά - slagsmål, slag, slås, kæmpe, stride, kamp, anfægte, ...
  • καταπραΰνω στα δανικά - pause, hvile, ro, dulme, lindre, berolige, at lindre, ...
  • καταργώ στα δανικά - afskaffe, ophæve, afskaffer, afskaffelse, at afskaffe
Τυχαίες λέξεις
Καταποντίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vask, håndvask, sink, vasken, sinken