Καταφορά στα δανικά
Μετάφραση: καταφορά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fyldt, behæftet, ladet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταφορά
καταφορά λεξικό γλώσσας δανικά, καταφορά στα δανικά
Μεταφράσεις
- καταφατικός στα δανικά - bekræftende, bekraeftende, positiv, besvares bekræftende
- καταφεύγω στα δανικά - asyl, resort, udvej, feriested, byen, Hotel
- καταφρόνια στα δανικά - foragt, forsmå, ringeagt, foragten, foragt for
- καταφύγιο στα δανικά - fristed, tilflugt, asyl, husly, ly, læ, krisecenter, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταφορά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fyldt, behæftet, ladet
Μεταφράσεις: fyldt, behæftet, ladet