Καταφορά στα εσθονικά

Μετάφραση: καταφορά, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nakatamisvõimelisus, vaenulikkus, eostatud, täis, tulvil, pingeline
Καταφορά στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταφορά

καταφορά λεξικό γλώσσας εσθονικά, καταφορά στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • καταφατικός στα εσθονικά - pooldav, jaatav, kinnitav, jaatavalt, jaatava
  • καταφεύγω στα εσθονικά - peavari, varjend, abinõu, Resort, abinõuna, kuurort, võimalusena
  • καταφρόνια στα εσθονικά - irvitama, solvamine, põlgus, põlgust, lugupidamatust, põlgusega, lugupidamatuse
  • καταφύγιο στα εσθονικά - altariruum, varjupaik, peavari, pühamu, varjend, katusealune, peavarju, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταφορά στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: nakatamisvõimelisus, vaenulikkus, eostatud, täis, tulvil, pingeline