Καταφορά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: καταφορά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cheio, carregado, repleta, repleto, preocupante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταφορά
καταφορά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καταφορά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- καταφατικός στα πορτογαλικά - afirmativo, afirmativa, afirmativamente, positiva, afirmativas
- καταφεύγω στα πορτογαλικά - abrigar, abrigos, aconchegar, abrigo, âncora, escudo, refúgio, ...
- καταφρόνια στα πορτογαλικά - desprezo, desdém, o desprezo, desacato, desrespeito
- καταφύγιο στα πορτογαλικά - refrigerador, abrigar, refúgios, aconchegar, asilo, abrigos, escudo, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταφορά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cheio, carregado, repleta, repleto, preocupante
Μεταφράσεις: cheio, carregado, repleta, repleto, preocupante