Κενοδοξία στα δανικά

Μετάφραση: κενοδοξία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfængelighed, Vanity, Vaskeskab, underskab
Κενοδοξία στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κενοδοξία

κενοδοξία λεξικό, κενοδοξία ορισμός, κενοδοξία ετυμολογία, ματαιοδοξία κενοδοξία, κενοδοξία λεξικό γλώσσας δανικά, κενοδοξία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κελί στα δανικά - celle, cellen, celler
  • κελαρύζω στα δανικά - swish, hvislen, suse, susen
  • κεντρί στα δανικά - stikke, stik, Sting, brod, brodden, Sting live
  • κεντρίζω στα δανικά - stikke, stik, Sting, brod, brodden, Sting live
Τυχαίες λέξεις
Κενοδοξία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forfængelighed, Vanity, Vaskeskab, underskab