Κενοδοξία στα τούρκικα

Μετάφραση: κενοδοξία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kibir, vanity, makyaj, tuvalet, lavabo
Κενοδοξία στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κενοδοξία

κενοδοξία λεξικό, κενοδοξία ορισμός, κενοδοξία ετυμολογία, ματαιοδοξία κενοδοξία, κενοδοξία λεξικό γλώσσας τούρκικα, κενοδοξία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • κελί στα τούρκικα - hücre, cep, hücreli, hücresi
  • κελαρύζω στα τούρκικα - saçmalamak, homoseksüel, hışırtı, ibne, kamçılama, hışırdamak
  • κεντρί στα τούρκικα - acı, sting, sokması, iğne, sokma
  • κεντρίζω στα τούρκικα - dürtmek, acı, sting, sokması, iğne, sokma
Τυχαίες λέξεις
Κενοδοξία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kibir, vanity, makyaj, tuvalet, lavabo