Κενοδοξία στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κενοδοξία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
суета, суетата, суетност, суети
Κενοδοξία στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κενοδοξία

κενοδοξία λεξικό, κενοδοξία ορισμός, κενοδοξία ετυμολογία, ματαιοδοξία κενοδοξία, κενοδοξία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κενοδοξία στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κελί στα σλαβομακεδονικά - ќелијата, мобилен, ќелија, клетка, клетки, клетката
  • κελαρύζω στα σλαβομακεδονικά - моден, размах, педераст, елегантен
  • κεντρί στα σλαβομακεδονικά - Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
  • κεντρίζω στα σλαβομακεδονικά - Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
Τυχαίες λέξεις
Κενοδοξία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: суета, суетата, суетност, суети