Κιλό στα δανικά
Μετάφραση: κιλό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kilogram, kilo, kg
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κιλό
λίμπρα κιλό, κιλό-ουγγιά, κιλό λίτρο, κιλό κιλερ, κιλό γραμμάριο, κιλό λεξικό γλώσσας δανικά, κιλό στα δανικά
Μεταφράσεις
- κιθάρα στα δανικά - guitar, guitaren, guitarer
- κιθαριστής στα δανικά - guitarist, guitaristen, guitarister, guitar
- κιμάς στα δανικά - hakket, hakkede, det hakkede, hakkes, findelt
- κιμωλία στα δανικά - kridt, kalk, kridte, chalk
Τυχαίες λέξεις
Κιλό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kilogram, kilo, kg
Μεταφράσεις: kilogram, kilo, kg