Κιλό στα ολλανδικά
Μετάφραση: κιλό, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kilo, kg, kilogram
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κιλό
λίμπρα κιλό, κιλό-ουγγιά, κιλό λίτρο, κιλό κιλερ, κιλό γραμμάριο, κιλό λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κιλό στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κιθάρα στα ολλανδικά - gitaar, guitar
- κιθαριστής στα ολλανδικά - gitarist, guitarist, guitar, gitarist van, de gitarist
- κιμάς στα ολλανδικά - fijnhakken, fijngemaakt, gehakt, fijngehakt, gehakte, van gehakt
- κιμωλία στα ολλανδικά - krijt, kalk, chalk
Τυχαίες λέξεις
Κιλό στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kilo, kg, kilogram
Μεταφράσεις: kilo, kg, kilogram