Κοιλότητα στα δανικά
Μετάφραση: κοιλότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
værelse, hul, hulrum, hulrummet, kavitet, kaviteten, hulhed
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιλότητα
στοματική κοιλότητα, περιτοναϊκή κοιλότητα, κοιλότητα αγγλικά, ρινική κοιλότητα, κοιλότητα της ρινός, κοιλότητα λεξικό γλώσσας δανικά, κοιλότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κοιλιά στα δανικά - bug, underliv, mave, bughule, maven, bugen, belly
- κοιλιακός στα δανικά - abdominal, abdominale, maven, abdomen, abdominalt
- κοιμάμαι στα δανικά - slummer, sove, søvn, sleep, sover
- κοινά στα δανικά - Commons, overdrev, fælleder, Underhuset
Τυχαίες λέξεις
Κοιλότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: værelse, hul, hulrum, hulrummet, kavitet, kaviteten, hulhed
Μεταφράσεις: værelse, hul, hulrum, hulrummet, kavitet, kaviteten, hulhed