Κοιλότητα στα λιθουανικά

Μετάφραση: κοιλότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rūmai, duobė, ertmė, ertmės, ertmę, ertmių, ertmėje
Κοιλότητα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοιλότητα

στοματική κοιλότητα, περιτοναϊκή κοιλότητα, κοιλότητα αγγλικά, ρινική κοιλότητα, κοιλότητα της ρινός, κοιλότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κοιλότητα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κοιλιά στα λιθουανικά - pilvas, pilvo, belly, pilvukas, pilvą
  • κοιλιακός στα λιθουανικά - pilvo, pilvo dalies, pilvinis
  • κοιμάμαι στα λιθουανικά - miegas, Sleep, miego, miegoti, miega
  • κοινά στα λιθουανικά - commons, bendrybių, Kopgalds
Τυχαίες λέξεις
Κοιλότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rūmai, duobė, ertmė, ertmės, ertmę, ertmių, ertmėje