Κρέμα στα δανικά
Μετάφραση: κρέμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fløde, creme, cream, cremen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρέμα
κρέμα ματιών, κρέμα καραμελέ, κρέμα πατισερί, κρέμα γάλακτος, κρέμα ζαχαροπλαστικής, κρέμα λεξικό γλώσσας δανικά, κρέμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κράχτης στα δανικά - barker, udråber, gøer, Barkers
- κρέας στα δανικά - kød, koed, kødet, af kød
- κρένω στα δανικά - tale, peberrod, horseradish, peberrods
- κρίκετ στα δανικά - fårekylling, kricket, cricket
Τυχαίες λέξεις
Κρέμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fløde, creme, cream, cremen
Μεταφράσεις: fløde, creme, cream, cremen