Κρέμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: κρέμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
krem, rjómi, rjóma, kremið, ís
Κρέμα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρέμα

κρέμα ματιών, κρέμα καραμελέ, κρέμα πατισερί, κρέμα γάλακτος, κρέμα ζαχαροπλαστικής, κρέμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κρέμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κράχτης στα ισλανδικά - Barker
  • κρέας στα ισλανδικά - kjöt, kjötið, kjöti
  • κρένω στα ισλανδικά - piparrót, piparrótar, Piparrótarperoxidasi
  • κρίκετ στα ισλανδικά - Krikket, krikketklúbbs, Krikketleikvangurinn, Krikketleikvangurinn í, Cricket
Τυχαίες λέξεις
Κρέμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: krem, rjómi, rjóma, kremið, ís