Κυψελιδικός στα δανικά

Μετάφραση: κυψελιδικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
alveolær, alveolære, alveolar, alveolært, alveolare
Κυψελιδικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυψελιδικός

κυψελιδικός αερισμός, κυψελιδικός λεξικό γλώσσας δανικά, κυψελιδικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κυτταρικός στα δανικά - cellulære, cellulær, cellulært, trådløse, trådløst
  • κυψέλη στα δανικά - hive, bistade, hiven, bikuben, syder
  • κωλικός στα δανικά - kolik, colic, af kolik
  • κωλυσιεργώ στα δανικά - hindre, forhindre, forstyrre, sabotage, sabotagen
Τυχαίες λέξεις
Κυψελιδικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: alveolær, alveolære, alveolar, alveolært, alveolare