Κυψελιδικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κυψελιδικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
алвеоларна, алвеоларен, алвеоларни, алвеоларниот, алвеоларната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυψελιδικός
κυψελιδικός αερισμός, κυψελιδικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κυψελιδικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κυτταρικός στα σλαβομακεδονικά - целуларни, клеточно, мобилните, мобилниот, мобилната
- κυψέλη στα σλαβομακεδονικά - кошница, кошницата, саќе, кошерен
- κωλικός στα σλαβομακεδονικά - Чолиќ, колики, колика, колик, колит
- κωλυσιεργώ στα σλαβομακεδονικά - саботажа, саботажи, саботажата, станува збор за саботажа, диверзантски
Τυχαίες λέξεις
Κυψελιδικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: алвеоларна, алвеоларен, алвеоларни, алвеоларниот, алвеоларната
Μεταφράσεις: алвеоларна, алвеоларен, алвеоларни, алвеоларниот, алвеоларната