Κυψελιδικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: κυψελιδικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
alveolių, alveolinis, alveolinė, alveolės, alveolinio
Κυψελιδικός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυψελιδικός

κυψελιδικός αερισμός, κυψελιδικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κυψελιδικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • κυτταρικός στα λιθουανικά - ląstelinis, ląstelių, korinio, mobiliojo, korinio ryšio
  • κυψέλη στα λιθουανικά - avilys, spiečius, leisti į avilį, bičių šeima, prinešti
  • κωλικός στα λιθουανικά - pjūtis, dieglius, diegliai, dieglių, kolika
  • κωλυσιεργώ στα λιθουανικά - sabotažas, diversija, sabotažo, sabotažu, sabotažą
Τυχαίες λέξεις
Κυψελιδικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: alveolių, alveolinis, alveolinė, alveolės, alveolinio