Λαϊκός στα δανικά

Μετάφραση: λαϊκός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
populær, lægmand, lægmanden, lægmands, lægmænd
Λαϊκός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαϊκός

λαϊκός σύνδεσμός –χρυσή αυγή - νίκος μιχαλολιάκος, λαϊκός fm 87.6 live, λαϊκός δρόμος, λαϊκός ορθόδοξος συναγερμός, λαϊκός πολιτισμός, λαϊκός λεξικό γλώσσας δανικά, λαϊκός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • λαχτάρα στα δανικά - begær, attrå, trang, trangen, lyst
  • λαχταρώ στα δανικά - smerte, higer, Hanker
  • λαύρα στα δανικά - iver, lavra
  • λεία στα δανικά - booty, bytte, byttet, krigsbytte, krigsbyttet
Τυχαίες λέξεις
Λαϊκός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: populær, lægmand, lægmanden, lægmands, lægmænd