Λαϊκός στα τούρκικα

Μετάφραση: λαϊκός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
popüler, meslekten olmayan, layman, rahip olmayan kimse, meslekten, laik kimse
Λαϊκός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαϊκός

λαϊκός σύνδεσμός –χρυσή αυγή - νίκος μιχαλολιάκος, λαϊκός fm 87.6 live, λαϊκός δρόμος, λαϊκός ορθόδοξος συναγερμός, λαϊκός πολιτισμός, λαϊκός λεξικό γλώσσας τούρκικα, λαϊκός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • λαχτάρα στα τούρκικα - özlem, craving, aşerme, arzu, şiddetli istek
  • λαχταρώ στα τούρκικα - acı, acımak, sızlamak, ağrımak, ağrı, arzulamak, can atmak, ...
  • λαύρα στα τούρκικα - Lavra, Miraslar
  • λεία στα τούρκικα - ganimet, Booty, Gelir, Seviye Ganimet, ganimeti
Τυχαίες λέξεις
Λαϊκός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: popüler, meslekten olmayan, layman, rahip olmayan kimse, meslekten, laik kimse