Λαϊκός στα ισλανδικά

Μετάφραση: λαϊκός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eftirsóttur, vinsæll, leikmaður
Λαϊκός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαϊκός

λαϊκός σύνδεσμός –χρυσή αυγή - νίκος μιχαλολιάκος, λαϊκός fm 87.6 live, λαϊκός δρόμος, λαϊκός ορθόδοξος συναγερμός, λαϊκός πολιτισμός, λαϊκός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, λαϊκός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • λαχτάρα στα ισλανδικά - þrá, löngunlna
  • λαχταρώ στα ισλανδικά - verkur, hanker
  • λαύρα στα ισλανδικά - Lavra
  • λεία στα ισλανδικά - hlutskipti, Booty, herfangi, að herfangi, herfang
Τυχαίες λέξεις
Λαϊκός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: eftirsóttur, vinsæll, leikmaður