Λειαίνω στα δανικά
Μετάφραση: λειαίνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
planish
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειαίνω
λειαίνω συνώνυμα, λειαίνω λεξικό γλώσσας δανικά, λειαίνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- λεηλασία στα δανικά - fyringen, afskedigelse, fyre, fyring, afskedigelsen
- λεηλατώ στα δανικά - plyndre, strejftog, razzia, indtog, udflugt, plyndringstogt
- λειτουργία στα δανικά - embede, fungere, arbejde, virke, formål, operation, funktion, ...
- λειτουργικός στα δανικά - funktionelle, funktionel, funktionelt
Τυχαίες λέξεις
Λειαίνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: planish
Μεταφράσεις: planish