Λειαίνω στα ιταλικά
Μετάφραση: λειαίνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
abradere, planish
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειαίνω
λειαίνω συνώνυμα, λειαίνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, λειαίνω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- λεηλασία στα ιταλικά - licenziamento, saccheggio, sacking, saccheggi, di licenziamento
- λεηλατώ στα ιταλικά - preda, saccheggiare, bottino, saccheggio, svaligiare, depredare, incursione, ...
- λειτουργία στα ιταλικά - funzionamento, impiego, servizio, funzionare, operazione, funzione, funzione di, ...
- λειτουργικός στα ιταλικά - operativo, funzionale, funzionali, funzionalità, funzionante
Τυχαίες λέξεις
Λειαίνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: abradere, planish
Μεταφράσεις: abradere, planish