Λειαίνω στα τούρκικα
Μετάφραση: λειαίνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
preslemek, düzeltmek, döverek düzlemek, silindirle üzerinden geçmek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειαίνω
λειαίνω συνώνυμα, λειαίνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, λειαίνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λεηλασία στα τούρκικα - yağmalama, çuval bezi, çuvallama, görevden, sacking
- λεηλατώ στα τούρκικα - yağma, ganimet, akın, baskını, foray, baskın, atılım
- λειτουργία στα τούρκικα - niyet, fonksiyon, işlev, fonksiyonu, işlevi
- λειτουργικός στα τούρκικα - fonksiyonel, işlevsel, fonksiyonlu, işlevsel bir, işlev
Τυχαίες λέξεις
Λειαίνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: preslemek, düzeltmek, döverek düzlemek, silindirle üzerinden geçmek
Μεταφράσεις: preslemek, düzeltmek, döverek düzlemek, silindirle üzerinden geçmek