Λεξιλόγιο στα δανικά

Μετάφραση: λεξιλόγιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ordforråd, ordbog, ordforrådet, glossar, vokabular
Λεξιλόγιο στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεξιλόγιο

λεξιλόγιο της ψυχανάλυσης, λεξιλόγιο αγγλικών, λεξιλόγιο toeic, λεξιλόγιο γερμανικών, λεξιλόγιο αρχαίων ελληνικών, λεξιλόγιο λεξικό γλώσσας δανικά, λεξιλόγιο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • λεμόνι στα δανικά - citron, lemon, citronsaft, citroner
  • λεξικό στα δανικά - ordbog, ordbog med, ordbogen
  • λεονταρισμοί στα δανικά - buldrende, blustering, bralrende
  • λεονταρισμός στα δανικά - buldrende, blustering, bralrende
Τυχαίες λέξεις
Λεξιλόγιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ordforråd, ordbog, ordforrådet, glossar, vokabular