Λιμνούλα στα δανικά

Μετάφραση: λιμνούλα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dam, kær, dammen, sø, pond, sø med
Λιμνούλα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιμνούλα

αντλία λιμνούλα, τεχνητή λιμνούλα, λιμνούλα κήπου, λιμνούλα σεφ, λιμνούλα στο μπαλκόνι, λιμνούλα λεξικό γλώσσας δανικά, λιμνούλα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • λιμασμένος στα δανικά - glubsk
  • λιμνάζων στα δανικά - stagnation, stagnationen, stilstand, stagnerende
  • λιμοκτονώ στα δανικά - sulte, sulter, at sulte, udsulte, dø af sult
  • λιμουζίνα στα δανικά - limousine, limousiner, limousineservice, Prestige, af limousiner
Τυχαίες λέξεις
Λιμνούλα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dam, kær, dammen, sø, pond, sø med