Μέριμνα στα δανικά

Μετάφραση: μέριμνα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bekymring, vedrører, interesse, problem
Μέριμνα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέριμνα

μέριμνα ζωής, μέριμνα του παιδιού, μέριμνα συνώνυμο, μέριμνα παιδιού κατερίνης, μέριμνα ζώων πάτρα, μέριμνα λεξικό γλώσσας δανικά, μέριμνα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μένω στα δανικά - ophold, bo, blive, forblive, holde
  • μέρα στα δανικά - dag, dagen, dages, dagene
  • μέρισμα στα δανικά - udbytte, udbyttet, dividende, udbyttepolitik
  • μέρος στα δανικά - plads, kupé, klat, sætte, punkt, plet, sted, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέριμνα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bekymring, vedrører, interesse, problem