Μέριμνα στα ουκρανικά

Μετάφραση: μέριμνα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
доказування, доведення, турбота, піклування, клопіт
Μέριμνα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέριμνα

μέριμνα ζωής, μέριμνα του παιδιού, μέριμνα συνώνυμο, μέριμνα παιδιού κατερίνης, μέριμνα ζώων πάτρα, μέριμνα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μέριμνα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μένω στα ουκρανικά - годний, залишатися, придатний, прищепитися, зупинка, годен, жити, ...
  • μέρα στα ουκρανικά - період, епоха, перемога, пласт, дочасно, померти, день, ...
  • μέρισμα στα ουκρανικά - дивіденд
  • μέρος στα ουκρανικά - точка, відсік, примирення, пляма, простір, купе, місце, ...
Τυχαίες λέξεις
Μέριμνα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: доказування, доведення, турбота, піклування, клопіт