Μέριμνα στα ισλανδικά
Μετάφραση: μέριμνα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áhyggjuefni, áhyggjur, Áhyggjuraddir, áhyggjum, varða
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέριμνα
μέριμνα ζωής, μέριμνα του παιδιού, μέριμνα συνώνυμο, μέριμνα παιδιού κατερίνης, μέριμνα ζώων πάτρα, μέριμνα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μέριμνα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μένω στα ισλανδικά - lifa, búa, dveljast, dvöl, halda, vera, dvalar, ...
- μέρα στα ισλανδικά - dagur, dag, degi, daginn, daga
- μέρισμα στα ισλανδικά - arður, arð, Arðurinn, arðgreiðslur, arÃ
- μέρος στα ισλανδικά - eygja, leggja, hluti, hluta, þáttur, liður
Τυχαίες λέξεις
Μέριμνα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: áhyggjuefni, áhyggjur, Áhyggjuraddir, áhyggjum, varða
Μεταφράσεις: áhyggjuefni, áhyggjur, Áhyggjuraddir, áhyggjum, varða