Νομολογία στα δανικά
Μετάφραση: νομολογία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
retspraksis, retslære, retsvidenskab, jurisprudens
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομολογία
νομολογία στε, νομολογία απ, νομολογία αρείου πάγου, νομολογία εδδα, νομολογία δεκ, νομολογία λεξικό γλώσσας δανικά, νομολογία στα δανικά
Μεταφράσεις
- νομοθεσία στα δανικά - lovgivning, lovgivningen, bestemmelser
- νομοθετικός στα δανικά - lovgivningsmæssige, lovgivende, lovgivningsmæssig, lovgivningsprocedure, til lovgivningsmæssig
- νομοσχέδιο στα δανικά - plakat, regning, faktura, billet, regningen, bill, lovforslag, ...
- νονός στα δανικά - godfather, gudfar, fadder, gudfader, The Godfather
Τυχαίες λέξεις
Νομολογία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: retspraksis, retslære, retsvidenskab, jurisprudens
Μεταφράσεις: retspraksis, retslære, retsvidenskab, jurisprudens