Νομολογία στα ισλανδικά

Μετάφραση: νομολογία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Lögfræði
Νομολογία στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νομολογία

νομολογία στε, νομολογία απ, νομολογία αρείου πάγου, νομολογία εδδα, νομολογία δεκ, νομολογία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, νομολογία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • νομοθεσία στα ισλανδικά - löggjöf, lög, lögum, löggjöfin, lögin
  • νομοθετικός στα ισλανδικά - laga, löggjöf, löggjafarvaldið, löggjafarvald, lagasetningu
  • νομοσχέδιο στα ισλανδικά - frumvarpið, Bill, frumvarp, reikningur, frumvarpinu
  • νονός στα ισλανδικά - Godfather, guðfaðir, Skírnarvottur ís, skírn
Τυχαίες λέξεις
Νομολογία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Lögfræði