Νομολογία στα φινλανδικά

Μετάφραση: νομολογία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
juridiikka, oikeustiede, oikeuskäytännön, oikeuskäytäntö, oikeuskäytäntöä
Νομολογία στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νομολογία

νομολογία στε, νομολογία απ, νομολογία αρείου πάγου, νομολογία εδδα, νομολογία δεκ, νομολογία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, νομολογία στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • νομοθεσία στα φινλανδικά - lainlaadinta, säädös, ohjesääntö, asetus, lainsäädäntö, laki, lainsäädännön, ...
  • νομοθετικός στα φινλανδικά - lainsäädännöllinen, lainsäädäntöpäätöslauselma, lainsäädäntö-, lainsäädännöllisiä, lainsäätämisjärjestyksessä
  • νομοσχέδιο στα φινλανδικά - asetus, nokka, seteli, velka, lasku, lakialoite, juliste, ...
  • νονός στα φινλανδικά - kummisetä, Godfather, kummisetänsä, kummi
Τυχαίες λέξεις
Νομολογία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: juridiikka, oikeustiede, oikeuskäytännön, oikeuskäytäntö, oikeuskäytäntöä