Οξύς στα δανικά

Μετάφραση: οξύς, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sur, syre, akut, akutte, spids, af akut
Οξύς στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οξύς

οξύς κλίση, οξύς τοκετός, οξύς πόνος στα πλευρά, οξύς πόνος στην κοιλιά, οξύς πόνος στο αυτί, οξύς λεξικό γλώσσας δανικά, οξύς στα δανικά

Μεταφράσεις

  • οξύνοια στα δανικά - skarpsindighed, kløgtighed, snedige
  • οξύνω στα δανικά - skærpe, at skærpe, skarpere, slibe, skærper
  • οξύτητα στα δανικά - surhedsgrad, syreindhold, surhed, surhedsgraden, surhedsgrad på
  • οπή στα δανικά - hul, hullet, hullers, huller
Τυχαίες λέξεις
Οξύς στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sur, syre, akut, akutte, spids, af akut